Η νέα ταινία του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο είναι ένα ρομάντζο εποχής και δεν υπάρχει τίποτα λάθος σε αυτό.
Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο είναι μοναδικός στο είδος του. Μπορείς να τον κατηγορήσεις ότι έχει εμμονές που κάνουν τις ταινίες του να μοιάζουν με ένα ενιαίο κινηματογραφικό σύμπαν. Βέβαια, από την άλλη αυτό είναι και το προσόν του. Διαθέτει μια από τις πιο χαρακτηριστικές σφραγίδες στο σύγχρονο κινηματογραφικό στερέωμα και δε μένει ποτέ κολλημένος σε ένα συγκεκριμένο είδος. Αν και το στυλ του είναι πάντοτε αναγνωρίσιμο, περνάει από διάφορα είδη και επιχειρεί να τα φέρει στα μέτρα του και όχι το αντίθετο. Αφού λοιπόν έκανε ένα πενταετές διάλειμμα για να ετοιμάσει το γιγάντιο «Δαχτυλίδι της φωτιάς», τώρα επιστρέφει σε μικρότερη κλίμακα και με τον «Πορφυρό λόφο» θέτει στο μικροσκόπιό του το γοτθικό ρομάντζο.
Ξεκαθαρίζουμε από νωρίς ότι έχουμε να κάνουμε με ένα ρομάντζο και όχι με μια ιστορία τρόμου, γιατί είναι πολύ σημαντικό να ξεκαθαρίσετε τις προσδοκίες με τις οποίες θα μπείτε στην αίθουσα. Η Universal θεώρησε έξυπνη κίνηση να προωθήσει την ταινία ως ιστορία τρόμου και όχι αγάπης, πιστεύοντας ότι έτσι θα πουλήσει περισσότερο. Το αμερικανικό μποξ όφις είχε βέβαια άλλη άποψη και το μόνο που έμεινε είναι ένα άκρως παραπλανητικό trailer που προσβάλλει το ίδιο το προϊόν που πουλάει όσο και τον ίδιο τον κόσμο που πληρώνει το εισιτήριό του.
Αυτή η επισήμανση είναι απαραίτητη πριν παρουσιάσουμε την υπόθεση. Το μεταφυσικό στοιχείο υπάρχει και είναι καλοδεχούμενο, δεν ορίζει πάντως την ιστορία, η οποία επικεντρώνεται στην Ίντιθ, μια νεαρή συγγραφέα (Μία Γουασικόβσκα) στην Αγγλία του 19ου αιώνα. Ερωτεύεται ένα μυστήριο περαστικό (Τομ Χίντλστον) και μια οικογενειακή τραγωδία την οδηγεί στον απομονωμένο πύργο του, όπου διαμένει μαζί με την αδερφή του (Τζέσικα Τσαστέιν). Σταδιακά θα ανακαλύψει ότι ο πύργος είναι γεμάτος μυστικά, από τα οποία και θα παγιδευτεί. Μέσα σε όλα αυτά, να αναφέρουμε ότι η Ίντιθ διαθέτει την ικανότητα να βλέπει φαντάσματα. Πάνω σε αυτό το στοιχείο πατάει το trailer και έτσι άλλωστε ξεκινάει και η ταινία, πρόκειται ωστόσο για ένα περιφερειακό κομμάτι που τονίζει σημεία της κεντρικής πλοκής με τη μορφή αλληγορίας, δίχως να τα επηρεάζει.
Ο Ντελ Τόρο ασχολείται λοιπόν με ένα τραγικό ρομάντζο αλά Μπροντέ και επειδή δε θα μπορούσε να ακολουθήσει την τυποποιημένη αφήγηση, χρησιμοποιεί τα φαντάσματα για να μιλήσει για τη δύναμη της αγάπης και πώς μπορεί να αντιστραφεί και να μας κάνει τέρατα. Όπως είπαμε, το κοινό δεν αγκάλιασε ακριβώς αυτή την προσπάθεια, μικρή σημασία έχει βέβαια αφού εδώ και χρόνια ο Ντελ Τόρο απευθύνεται σε ένα συγκεκριμένο πυρήνα οπαδών χωρίς να κερδίζει νέο κόσμο ή να ενδιαφέρεται για κάτι τέτοιο. Αυτό είναι και το τίμημα του να κάνεις αυθεντικά πρότζεκτ που δεν ανήκουν σε κάποιο μεγάλο franchise. Οι κριτικοί από την άλλη αποθέωσαν στην πλειοψηφία τους το όραμα του Μεξικανού, δίνοντας έμφαση στις ρίζες του φιλμ στο παλιό ασπρόμαυρο σινεμά.
Παρότι ο «Πορφυρός λόφος» δεν είναι σε καμία περίπτωση μια ταινία τρόμου, δε σημαίνει ότι δεν είναι τρομακτική. Ο Ντελ Τόρο είναι μάστορας στο να χτίζει ατμόσφαιρα και εδώ το κάνει με εντυπωσιακό τρόπο. Ο πρόλογος του φιλμ είναι φτιαγμένος από τα υλικά αυτών των εφιαλτών που σε κάνουν να ξυπνάς κάθιδρος, και έκτοτε αν και τα φαντάσματα δεν έχουν κυρίαρχο ρόλο, ο τόνος διατηρείται και υπονομεύει μια διαρκής αίσθηση ανατριχίλας που δε σε αφήνει ποτέ. Εξέχον κομμάτι στη δημιουργία της συγκεκριμένης ατμόσφαιρας είναι η έμφαση που έχει δώσει για μια ακόμη φορά ο Ντελ Τόρο στο production design, με τον πύργο να είναι τόσο επιβλητικός και όμορφος ώστε να χρειάζεται να δεις την ταινία τουλάχιστον δύο φορές. Την πρώτη για να θαυμάσεις το σκηνικό και τη δεύτερη για να ανακαλύψεις όλες τις αναφορές που κρύβονται μέσα σε αυτή.
Ο «Πορφυρός λόφος» είναι μια αρκετά παλιομοδίτικη ταινία σε πολλά επίπεδα, κυρίως επειδή αποτίνει φόρο τιμής σε άλλες ταινίες τρόμου του κλασικού Χόλιγουντ που ίσως έχουν ξεχαστεί (μα ποτέ ξεπεραστεί) με την πάροδο των χρόνων. Πρώτα απ’ όλα υπάρχουν ξεκάθαροι συσχετισμοί με την «Ρεβέκκα» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, όπως επίσης δεν μπορείς να αγνοήσεις τις ξεκάθαρες αναφορές στο «The Innocents» του Τζακ Κλέιτον, με την Γουασικόβσκα να βρίσκεται σε ρόλο Ντέμπορα Κερ. Το αποτέλεσμα είναι πολύ πιο σινεφίλ απ’ ό,τι περιμένεις και για αυτό το λόγο η ταινία έχει έναν ιδιαίτερο ρυθμό με απλοϊκούς διαλόγους ώστε αν κάποιος έχει συνηθίσει στη ροή των μπλοκμπάστερ μπορεί να παρουσιάσει δυσκολία στο να τους ακολουθήσει.
Η κλίμακα είναι το παν. Η απόφαση να στηριχθεί πάνω στους τρεις πρωταγωνιστές (με τον Τσάρλι Χάναμ να λειτουργεί ως μπαλαντέρ) αποδεικνύεται απελευθερωτική, αφού κερδίζεται χρόνος για την ανάπτυξη των χαρακτήρων και την κατανόηση των μεταξύ τους σχέσεων. Η χημεία που έχουν βρει οι τρεις ηθοποιοί είναι μαγική και οι ερμηνείες καταλήγουν όλες υψηλού επιπέδου. Οι Γουασικόβσκα και Χίντλστον αποδίδουν πολύ καλά σε πλαίσιο ταινιών εποχής και αυτό ήταν ήδη γνωστό, ιδιαίτερη μνεία αξίζει λοιπόν στην Τζέσικα Τσαστέιν. Στο ρόλο της μοχθηρής και γεμάτης μυστικά αδερφής προσφέρει την ερμηνεία της ταινίας και μια από τις καλύτερες που έχουμε δει στη σεζόν, ξεκινώντας χαμηλόφωνα για να οδηγηθεί σε ένα ανεπανάληπτο ξέσπασμα προς το τέλος, το οποίο θα έκανε τον Τζακ Νίκολσον της «Λάμψης» να χειροκροτήσει όρθιος.
Ο έρωτας είναι ο πρωταγωνιστής στον «Πορφυρό λόφο» και αυτό δεν είναι καθόλου κλισέ. Στη νέα ταινία του Ντελ Τόρο υπάρχει μια απίστευτη ομιχλώδης ατμόσφαιρα, υπάρχει ουσιαστικό συναίσθημα, υπάρχουν τρεις κορυφαίοι ηθοποιοί στο πικ της έως τώρα καριέρας τους και υπάρχει αληθινός τρόμος που βάζει τα γυαλιά σε πολλές άλλες ταινίες που έχουν καπηλευτεί το είδος τα τελευταία χρόνια. Ο Ντελ Τόρο συνεχίζει να χαράζει το δικό του δρόμο μακριά από οποιαδήποτε μόδα κάθε εποχής και για μια ακόμη φορά βγαίνει θριαμβευτής.