Διπλός είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει από τη συχνή κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, όπως επισημαίνει νεότερη μελέτη που παρουσιάζεται στο Διεθνές Συνέδριο για την Παχυσαρκία στη Μελβούρνη (2022).
Ο πρώτος κίνδυνος έχει ήδη επισημανθεί και σχετίζεται με την αύξηση του βάρους, που οδηγεί στην παχυσαρκία. Ο δεύτερος κίνδυνος, όμως που αφορά την ενεργειακή απόδοση των πρωτεϊνών, δεν έχει επισημανθεί με την ίδια ένταση μέχρι σήμερα.
Ειδικότερα, η διαιτητική αραίωση των πρωτεϊνών (δηλαδή η κατανάλωση λιγότερων πρωτεϊνών) θεωρείται ότι έχει συμβάλει στην επιδημία της παχυσαρκίας, σε συνδυασμό με την αύξηση της κατανάλωσης των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων
Στη νεότερη αυτή μελέτη εξετάσθηκαν διαφορετικές μέθοδοι αξιολόγησης της επεξεργασίας των τροφίμων και τον τρόπο που επηρεάζεται η ενεργειακή πρόσληψη πρωτεΐνης.
Η μία μέθοδος, το σύστημα NOVA, χρησιμοποιεί 4 επίπεδα για την αξιολόγηση της βιομηχανικής επεξεργασίας, με το επίπεδο 4 να είναι το υψηλότερο. Η άλλη μέθοδος, αναφέρεται στα τρόφιμα πολυτελείας που δεν παρέχουν τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, όπως αυτά που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα, κορεσμένα λίπη και αλάτι. Παρά τον διαχωρισμό, και τα δύο συστήματα αναφέρονται στα τρόφιμα που έχουν περάσει και από ένα τρίτο στάδιο επεξεργασίας που περιλαμβάνει την προσθήκη σακχάρων, λίπων και άλλων πρόσθετων συστατικών.
Ο διαχωρισμός του βαθμού κατανάλωσης υπερεπεξεργασμένων τροφίμων σε πέντε ομάδες από το κατώτερο 20% έως το ανώτερο 20% (πεμπτημόρια) έχει αποδειχθεί ότι συνδέεται με την αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης και την ελάττωση κατανάλωσης πρωτεΐνης από 18,2% σε 13,3%.
Η ερευνητική ομάδα, αποτελούμενη από τους καθηγητές David Raubenheimer και Stephen Simpson, δημιούργησε και χρησιμοποίησε μια προσέγγιση που ονομάζεται διατροφική γεωμετρία, για να ανιχνεύσει τις σύνθετες διαστάσεις της διατροφής και τι συμβαίνει όταν αλλάζει ένα θρεπτικό συστατικό, με οδηγό τις παραπάνω μεθόδους.
Mετά και την αξιολόγηση των συστημάτων κατηγοριοποίησης των τροφίμων ανάλογα με την επεξεργασία τους και τα θρεπτικά τους συστατικά, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι:
τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα συνεισφέραν το 57,2% της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης και τα τρόφιμα «πολυτελείας» το 44,5% της ενεργειακής πρόσληψης.
Η αύξηση της κατανάλωσης υπερεπεξεργαμένων τροφίμων από το κατώτερο στο ανώτερο 20% οδήγησε σε μείωση της πρόσληψης πρωτεϊνών, από 17,5% σε 12,5%, και σε αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης μη πρωτεϊνών κατά 1860 kJ (445 θερμίδες) στο υψηλότερο 20% της πρόσληψης των συγκεκριμένω τροφίμων, σε σύγκριση με το χαμηλότερο 20%.
υπήρξε επίσης μείωση του ποσοστού της ενέργειας από πρωτεΐνες κατά 18,7% και 12,4% από το κατώτερο 20% στο ανώτερο 20% της κατανάλωσης τροφίμων πολυτελείας, με την ενεργειακή πρόσληψη να αυξάνεται κατά 2308 kJ (552 θερμίδες) στο μέγιστο στο υψηλότερο πεμπτημόριο της πρόσληψης σε σύγκριση με το χαμηλότερο πεμπτημόριο.
Ο Δείκτης Μάζας Σώματος αυξανόταν μαζί με την κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων.
Η μικρότερη αναλογία ενέργειας από πρωτεΐνες αυξάνει τη συνολική ενεργειακή πρόσληψη, επειδή αρκετές μελέτες έχουν πλέον διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι καταναλώνουν έναν σταθερό στόχο πρωτεΐνης κάθε μέρα. Ο Δρ Grech σημειώνει ότι: «Σε αυτή τη μελέτη διαπιστώσαμε ότι ανεξάρτητα από το πόσα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα καταναλώνονταν, οι συμμετέχοντες κατανάλωναν 1400 kJ (334 θερμίδες) πρωτεΐνης. Ως αποτέλεσμα, υπερκαταναλώνουμε υδατάνθρακες και λίπη όταν τα τρόφιμα που καταναλώνουμε δεν είναι επαρκή σε πρωτεΐνη προκειμένου να το πετύχουμε, αυξάνοντας τη συνολική ενεργειακή πρόσληψη».